Marc, chapitres :



Texte Grec (D05)

1.

Καὶ ἐξῆλθε ἐκεῖθεν καπ

ῆλθεν3e personne du singulier, indicatif aoriste actif.
εἰς τὴν πατρίδα
αὐτοῦPronom possessif masc. sg. gen.
· καὶ ἀκολουθοῦσιν αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ.

2.

καὶ

ἡμέρᾳSubstantif féminin singulier, datif.
σαββάτωνSubstantif pl. neut. gen.
ἤρξατο διδάσκειν ἐν τῇ συναγωγ· καὶ πολλοὶ
ἀκούσαντεςParticipe présent actif, masculin pluriel, nominatif.
ἐξεπλήσσοντο
ἐπὶPréposition
τῆArticle fem. sg. dat.
διδαχὴSubstantif féminin singulier, datif.
αὐτοῦPronom possessif masc. sg. gen.
λέγοντες· Πόθεν τούτῳ ταῦτα; καὶ· τίς ἡ σοφία ἡ δοθεῖσα
αὐτῷPronom pers. masc/neut. sg. datif
,
ἵναConjonction
καὶ δυνάμεις τοιαῦται διὰ τῶν χειρῶν αὐτοῦ
γείνωνται3e personne du singulier plus que parfait, indicatif actif.
;

3.

οὐκ οὗτός ἐστιν ὁ τέκτων, ὁ υἱὸς [.] Μαρίας, καὶ ἀδελφὸς δὲ Ἰακώβου καὶ Ἰωσῆτος καὶ Ἰούδα
καὶ Σίμωνος ; οὐχὶ καὶ αἱ ἀδελφαὶ αὐτοῦ ὧδε πρὸς ἡμᾶς εἰσιν ; καὶ ἐσκανδαλίζοντο ἐν αὐτῷ.

4.

καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὁ Ἰης ὅτι οὐκ ἔστι προφήτης ἄτιμος εἰ μὴ ἐν τῇ πατρίδι αὐτοῦ καὶ ἐν τοῖς συνγενέσιν καὶ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ.

5.

καὶ οὐκ ἠδύνατο ἐκεῖ οὐδεμίαν ποιῆσαι δύναμιν, εἰ μὴ ὀλίγοις ἀρρώστοις ἐπιθεὶς τὰς χεῖρας ἐθεράπευσεν·

6.

καὶ ἐθαύμαζεν διὰ τὴν

πίστινSubstantif fem. sg. acc.
αὐτῶν. Καὶ περιῆγεν τὰς κώμας κύκλῳ διδάσκων.

7.

Καὶ

προσκαλεσάμενοςParticipe aoriste moyen, nominatif, masculin, singulier.
τοὺς δώδεκα
μαθητὰςSubstantif pluriel masculin nominatif/accusatif.
, [...] ἀπέστειλεν αὐτοὺς
ἀνὰAdverbe
δύο,[.]
δοὺςParticipe aoriste actif, masculin singulier, nominatif.
αὐτοῖς ἐξουσίαν τῶν πνευμάτων τῶν ἀκαθάρτων.

8.

καὶ παρήγγειλεν αὐτοῖς ἵνα μηδὲν ρωσιν εἰς ὁδὸν εἰ μὴ ῥάβδον μόνον, μήτε πήραν, μήτε ἄρτον, μήτε εἰς τὴν ζώνην χαλκόν,

9.

ἀλλὰ ὑποδεδεμένους σανδάλια, καὶ μὴ ἐνδύσησθαι δύο χιτῶνας.

10.

καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ὅπου ἂν εἰσέλθητε [..] ἐκεῖ μένετε ἕως ἂν ἐξέλθητε ἐκεῖθεν·

11.

καὶ

ὅσοιPronom relatif masculin, nominatif pluriel.
ἐὰν [.] μὴ δέξωνται ὑμᾶς μηδὲ ἀκούσωσιν ὑμῶν, ἐκπορευόμενοι ἐκεῖθεν ἐκτινάξατε τὸν χοῦν [..] τῶν ποδῶν ὑμῶν εἰς μαρτύριον αὐτοῖς·

12.

Καὶ ἐξελθόντες ἐκήρυξαν ἵνα μετανοῶσιν.

13.

καὶ δαιμόνια πολλὰ

ἐξέβαλον3eme pers pl aor ind act.
, καὶ
ἀλείψαντεςParticipe aoriste actif,  masculin pluriel.
ἐλαίῳ πολλοὺς ἀρρώστους [.] ἐθεράπευον.

14.

Καὶ ἤκουσεν Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς· φανερὸν γὰρ ἐγένετο τὸ ὄνομα αὐτοῦ· καὶ

ἐλέγοσαν3eme pers pl aor ind act.
ὅτι Ἰωάννης ὁ
βαπτιστὴςAdjectif nom. masc sg.
ἠγήγερται ἐκ νεκρῶν, καὶ διὰ τοῦτο ἐνεργοῦσιν αἱ δυνάμεις ἐν αὐτῷ.

15.

ἄλλοι ἔλεγον ὅτι Ἠλίας ἐστίν· ἄλλοι δὲ ἔλεγον ὅτι [..] εἷς τῶν προφητῶν.

16.

ἀκούσας δὲ [.] Ἡρῴδης

εἷπεν3e pers sg aor ind act.
Ὃν ἐγὼ ἀπεκεφάλισα [.] οὗτος
ἐκPréposition
νεκρῶνSubstantif pl, masc, gen.
ἠγέρθη.

17.

αὐτὸς γὰρ [.] Ἡρῴδης ἀποστείλας ἐκράτησεν τὸν Ἰωάννην καὶ ἔδησεν αὐτὸν καὶ

ἔβαλεν3e pers sg aor ind act.
εἰςPréposition
φυλακὴνSubstantif fem. sg. acc.
διὰ Ἡρῳδιάδα τὴν γυναῖκα Φιλίππου τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ ὅτι ἐγάμησεν αὐτὴν.

18.

ἔλεγεν γὰρ [.]Ἰωάννης τῷ Ἡρῴδῃ [.] Οὐκ ἔξεστίν

σεPronom 2e pers. masc/fem. sg. acc.
ἔχειν αὐτὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου.

19.

ἡ δὲ Ἡρῳδιὰς νχεν αὐτῷ καὶ ἤθελεν ἀποκτεῖναι αὐτὸν, καὶ οὐχ ἠδύνατο·

20.

ὁ γὰρ Ἡρῴδης ἐφοβεῖτο τὸν Ἰωάννην, εἰδὼς αὐτὸν ἄνδρα δίκαιον καὶ ἅγιον

εἶναιInfinitif  présent, actif
, καὶ συνετήρει αὐτόν καὶ ἀκούσας αὐτοῦ πολλὰ
ἐποίει3e pers sg, imparfait ind act.
καὶ ἡδέως αὐτοῦ ἤκουεν.

21.

καὶ γενομένης δὲ ἡμέρας εὐκαίρου, [.] Ἡρῴδης τοῖς

γενεθλίοιςAdjectif masculin ou neutre pluriel, datif
αὐτοῦ δεῖπνον ἐποίησεν τοῖς μεγιστᾶσιν [.] καὶ τοῖς χειλιάρχοις καὶ τοῖς πρώτοις τῆς Γαλιλαίας.

22.

εἰσελθούσης δὲ τῆς θυγατρὸς αὐτοῦ Ἡρῳδιάδος καὶ ὀρχησαμένης καὶ

ἀρεσάσηςParticipe , génitif féminin singulier, aoriste actif.
τῷ Ἡρῴδῃ καὶ τοῖς συνανακειμένοις, εἶπεν ὁ βασιλεὺς τῷ κορασίῳ· Αἴτησόν με ὃ [.] θέλεις, καὶ δώσω σοι.

23.

καὶ ὤμοσεν αὐτῇ

πολλὰAdjectif pluriel neutre, nominatif/accusatif
εἰConjonction
τι ἂν με αἰτήσῃς δώσω σοι καὶ
τὸArticle neut. sg. nom/acc.
ἥμεισυAdjectif masculin ou neutre singulier, nominatif ou accusatif.
τῆς βασιλείας μου.

24.

Pronom relatif féminin singulier, nominatif.
δὲ ἐξελθοῦσα εἶπε τῇ μητρὶ αὐτῆς· Τί αἰτήσομαι; ἡ δὲ εἶπεν· Τὴν κεφαλὴν Ἰωάννου τοῦ
βαπτιστοῦAdjectif masculin/neutre, génitif singulier.
.

25.

καὶ εἰσελθοῦσα [...] πρὸς τὸν βασιλέα [.]

εἶπεν3e pers sg aor ind act.
· [...] δῷς μοι [.] ἐπὶ πίνακι
ὧδεAdverbe
τὴν κεφαλὴν Ἰωάνου τοῦ βαπτιστοῦ.

26.

[.] περίλυπος γενόμενος ὁ βασιλεὺς,

ὡςConjonction
ἤκουσεν3e pers sg aor ind act.
, διὰ τοὺς ὅρκους καὶ
διὰConjonction
τοὺς συνανακειμένους οὐκ ἠθέλησεν αὐτὴν ἀθετῆσαι.

27.

ἀλλὰConjonction
εὐθέως ἀποστείλας [..] σπεκουλάτωραν ἐπέταξεν
ἐνεχθῆναιInfinitif aoriste passif
τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ.
Pronom démonstratif masculin singulier, nominatif.
δὲ ἀπελθὼν ἀπεκεφάλισεν αὐτὸν ἐν τῇ φυλακῇ,

28.

καὶ ἤνεγκεν τὴν κεφαλὴν [.] ἐπὶ πίνακι καὶ ἔδωκεν αὐτὴν τῷ κορασίῳ, καὶ τὸ κοράσιον ἔδωκεν [.] τῇ μητρὶ αὐτῆς.

29.

ἀκούσαντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἦλθον καὶ ἦραν τὸ πτῶμα αὐτοῦ, καὶ ἔθηκαν αὐτὸ ἐν

τῷArticle masc/neut. sg. dat.
μνημείῳ.

30.

Καὶ συνάγονται οἱ ἀπόστολοι πρὸς τὸν Ἰησοῦν, καὶ ἀπήγγειλαν αὐτῷ πάντα, ὅσα ἐποιήσαν καὶ ὅσα ἐδίδαξαν.

31.

καὶ

εἶπεν3e pers sg aor ind act.
αὐτοῖς
Article masc sg nom.
ἸηςNomina sacra, abréviation du nominatif Ἰησοῦς.
· Δεῦτε
ὑπάγωμενIère personne du pluriel, subjonctif présent, actif.
[...] εἰς ἔρημον τόπον, καὶ ἀναπαύεσθε ὀλίγον· ἦσαν γὰρ οἱ ἐρχόμενοι καὶ οἱ ὑπάγοντες πολλοί, καὶ οὐδὲ φαγεῖν
εὐκαίρωςAdverbe
εἶχον3e personne du pluriel, imparfait indicatif actif.
.

32.

καὶ

ἀναβάντεςParticipe aoriste actif,  masculin pluriel.
εἰςPréposition
τὸArticle neut. sg. nom/acc.
πλοῖονSubstantif neut. sg. nom/acc.
ἀπῆλθον εἰς ἔρημον τόπον κατ' ἰδίαν.

33.

καὶ εἶδαν αὐτοὺς ὑπάγοντας, καὶ ἐπέγνωσαν πολλοί, καὶ πεζῇ ἀπὸ

πάντωνAdjectif masc/fem/neut pluriel, genitif.
[.] πόλεων συνέδραμον ἐκεῖ καὶ συνῆλθον
αὐτοῦAdverbe
[..].

34.

Καὶ ἐξελθὼν καὶ εἰδν πολὺν ὄχλον ὁ Ἰης [.] ἐσπλαγχνίσθη ἐπ' αὐτοὺς, ὅτι ἦσαν ὡς πρόβατα
μὴ ἔχοντα ποιμένα καὶ ἤρξατο διδάσκειν αὐτοὺς πολλά.

35.

ἤδη δὲ ὥρας πολλῆς γεινομένης προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ

λέγουσιν3e personne du pluriel, indicatif présent actif.
αὐτῶ ὅτι Ἔρημός ἐστιν [.] τόπος [.] ἤδη ὥρα πολλή·

36.

ἀπόλυσον αὐτούς, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τοὺς

ἔγγισταAdjectif pluriel neutre, nominatif/accusatif
ἀγροὺς καὶ
εἰςPréposition
τὰςArticle féminin pluriel, accusatif.
κώμας
ἵναConjonction
ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς τί
φάγεινInfinitif aoriste actif.
.

37.

Kαὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς

ἸηςNomina sacra, abréviation du nominatif Ἰησοῦς.
· Δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν. καὶ λέγουσιν αὐτῷ· Ἀπελθόντες ἀγοράσωμεν διακοσίων δηναρίων ἄρτους καὶ δώσωμεν αὐτοῖς φαγεῖν;

38.

καὶ λέγει αὐτοῖς

ἸηςNomina sacra, abréviation du nominatif Ἰησοῦς.
· Πόσους ἄρτους ἔχετες; ὑπάγετε καὶ ἴδετε. καὶ γνόντες λέγουσιν
αὐτῷPronom pers. masc/neut. sg. datif
· Πέντε
ἄρτουςSubstantif pluriel masculin nominatif/accusatif.
καὶ δύω ἰχθύας.

39.

καὶ ἐπέταξεν

Article masc sg nom.
ἸηςNomina sacra, abréviation du nominatif Ἰησοῦς.
[.] ἀνακλῖναι πάντας
κατὰPréposition
τὴν
συμπόσιανSubstantif fem. sg. acc.
ἐπὶ τῷ χλωρῷ χόρτῳ.

40.

καὶ ἀνέπεσον πρασιαὶ πρασιαὶ κατὰ ἑκατὸν καὶ κατὰ πεντήκοντα.

41.

καὶ λαβὼν [.] πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν, καὶ κατέκλασεν τοὺς

πέντεAdjectif numéral, indéclinable.
ἄρτους καὶ ἐδίδου τοῖς μαθηταῖς
αὐτοῦPronom possessif masc. sg. gen.
ἵνα παρα[τι]θῶσιν
κατέναντιAdverbe
αὐτῶνPronom possessif masculin, féminin, neutre pluriel, génitif.
, καὶ τοὺς δύο ἰχθύας ἐμέρισεν πᾶσιν.

42.

καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν.

43.

καὶ ἦραν

κλασμάτωνSubstantif pl. neut. gen.
δώδεκα
κοφίνουςSubstantif pluriel masculin nominatif/accusatif.
πλήρειςAdjectif masculin pluriel, accusatif.
, καὶ ἀπὸ τῶν ἰχθύων.

44.

καὶ ἦσαν οἱ φαγόντες [..] πεντακισχίλιοι ἄνδρες.

45.

Καὶ εὐθέως

ἐξεγερθεὶςParticipe aor pass, nom sg.
ἠνάγκασεν τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν
αὐτὸνPronom masculin singulier, accusatif.
εἰς τὸ πέραν πρὸς Βησσαϊδάν, αὐτὸς δὲ ἀπολύει τὸν ὄχλον·

46.

καὶ ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἀπῆλθεν εἰς τὸ ὄρος προσεύξασθαι.

47.

καὶ ὀψίας γενομένης ἦν

πάλαιAdverbe
τὸ πλοῖον ἐν
μέσῃAdjectif féminin singulier, datif.
τῇArticle fem. sg. dat.
θαλάσσῃSubstantif féminin singulier, datif.
, καὶ αὐτὸς μόνος ἐπὶ τῆς γῆς.

48.

καὶ ἰδὼν αὐτοὺς βασανιζομένους καὶ

ἐλαύνονταςParticipe présent actif, masculin pluriel, accusatif
· ἦν γὰρ ὁ ἄνεμος ἐναντίος αὐτοῖς· καὶ περὶ τετάρτην φυλακὴν τῆς νυκτὸς ἔρχεται ὁ
ἸηςNomina sacra, abréviation du nominatif Ἰησοῦς.
[..] περιπατῶν ἐπὶ τῆς θαλάσσης, καὶ
ἠθέλεσεν3e personne du singulier, indicatif aoriste actif.
παρελθεῖν αὐτούς.

49.

οἱ δὲ ἰδόντες αὐτὸν περιπατοῦντα ἐπὶ τῆς θαλάσσης ἔδοξαν φάντασμα

εἶναιInfinitif  présent, actif
, καὶ ἀνέκραξαν
πάντεςAdjectif, masculin pluriel, nominatif.
·

50.

 [...] καὶ ἐταράχθησαν· καὶ [.] ἐλάλησεν

πρὸςPréposition
αὐτοὺςPronom, 3eme personne du pluriel, accusatif masculin.
[.]
λέγωνparticipe pres. act. masc. sg. nomin.
[.]· Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι, μὴ φοβεῖσθε.

51.

καὶ ἀνέβη εἰς τὸ πλοῖον πρὸς αὐτοὺς, καὶ ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος· καὶ

περισσῶςAdverbe
ἐν ἑαυτοῖς ἐξίσταντο καὶ
ἐθαύμαζον3e personne du pluriel, imparfait indicatif actif.
.

52.

οὐ γὰρ συνῆκαν ἐπὶ τοῖς ἄρτοις, [.] ἦν γὰρ ἡ καρδία αὐτῶν πεπωρωμένη.

53.

Καὶ διαπεράσαντες

ἐκεῖθενAdverbe
ἦλθον ἐπὶ τὴν γῆν Γεννησὰρ [..].

54.

καὶ ἐξελθόντων αὐτῶν ἐκ τοῦ πλοίου, εὐθέως

ἐπέγνωσαν3eme pers pl aor ind act.
αὐτὸν·

55.

περιεδραμόντεςParticipe présent actif, masculin pluriel, nominatif.
δὲ ὅλην τὴν
περιχώρονSubstantif fem. sg. acc.
ἐκείνην [.] ἤρξαντο ἐπὶ [.] γραβάττοις
φέρεινInfinitif  présent, actif
πάνταςAdjectif masculin pluriel, accusatif.
τοὺς κακῶς ἔχοντας
περιέφερον3e personne du pluriel, imparfait indicatif actif.
γὰρ αὐτοὺς ὅπου ἂν
ἤκουσαν3eme pers pl aor ind act.
τὸνArticle masc sg acc.
ἸηνNomina sacra, abréviation de τὸν Ἰησοῦν.
εἶναιInfinitif  présent, actif
·

56.

καὶ

ποῦAdverbe
ἂν εἰσεπορεύετο εἰς κώμας ἢ εἰς ἀγροὺς ἢ εἰς τὰς πόλεις, ἐν ταῖς
πλατείαιςSubstantif féminin pluriel, datif
ἐτίθουν3e personne du pluriel, imparfait indicatif actif.
τοὺς ἀσθενοῦντας καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα κἂν τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ ἅψωνται· καὶ ὅσοι ἂν ἥψαντο αὐτοῦ, ἐσῴζοντο.